Πάπας Λέων και Βαρθολομαίος έγραψαν ιστορία στο Φανάρι: Το μήνυμα ενότητας στη Χριστιανοσύνη
Υπογράφηκε ιστορική κοινή δήλωση του Οικουμενικού Πατριάρχη και του Πάπα Λέοντα ΙΔ' στο Φανάρι για την ενότητα των Εκκλησιών.
Σε μια επίσκεψη υψηλού συμβολισμού για τις σχέσεις Ανατολής και Δύσης, ο Πάπας Λέων ΙΔ’ βρέθηκε το μεσημέρι του Σαββάτου στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, στο πρώτο του αποστολικό ταξίδι μετά την εκλογή του. Η παρουσία του στην Κωνσταντινούπολη θεωρείται ιστορική, καθώς έρχεται σε μια περίοδο έντονων διεθνών αναταράξεων και αναζήτησης θρησκευτικής και κοινωνικής ειρήνης.
Τον Πάπα υποδέχθηκε στην είσοδο του πατριαρχικού ναού του Αγίου Γεωργίου ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος. Οι δύο προκαθήμενοι άναψαν μαζί κερί, προσκύνησαν την άγια εικόνα και στη συνέχεια τελέστηκε Δοξολογία.
Στην τελετή παρευρέθηκαν, μεταξύ άλλων, ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόδωρος, ιεράρχες από τις Εκκλησίες Κωνσταντινουπόλεως και Ρώμης, ο υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάικλ Ρήγας, ο εκπρόσωπος Θρησκευτικής Διπλωματίας της ΕΕ Κωνσταντίνος Αλεξανδρής και μέλη του διπλωματικού σώματος.
Κατά τη διάρκεια της Δοξολογίας, αναγνώστηκε δέηση υπέρ ειρήνης σε πολλές γλώσσες, ενώ ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος και ο Πάπας ανέγνωσαν από κοινού το «Πάτερ Ημών» στα λατινικά, στην κορυφαία στιγμή της τελετής. Ο χορός του πατριαρχικού ναού έψαλε εν συνεχεία τη φήμη των δύο προκαθήμενων στα ελληνικά, ενώ οι ευχές αναγνώστηκαν σε τέσσερις γλώσσες (ελληνικά, ουκρανικά, αγγλικά και ισπανικά), αντανακλώντας τον οικουμενικό χαρακτήρα της Εκκλησίας.
Τα συμβολικά δώρα
Στη συνέχεια Πάπας και Οικουμενικός Πατριάρχης κατευθύνθηκαν στον Πατριαρχικό Οίκο, όπου υπέγραψαν την Κοινή Δήλωση. Μετά την υπογραφή ανταλλάχθηκαν τα δώρα. Ο κ.κ. Βαρθολομαίος δώρισε ένα επιτραχήλιο στον Πάπα Λέοντα που υφάνθηκε κατά το βυζαντινό πρότυπο, ενώ ο Πάπας δώρισε μια μεγάλων διαστάσεων ψηφιδωτή εικόνα του Χριστού Παντοκράτορα.
Στην ομιλία του, ο Οικουμενικός Πατριάρχης τόνισε την ανάγκη ενίσχυσης της χριστιανικής ενότητας, σημειώνοντας ότι ο Πάπας επισκέπτεται τη Νίκαια για να λάβει «Καιρό» — πνευματική δύναμη και καθοδήγηση στην αρχή της διακονίας του. Παράλληλα, υπογράμμισε ότι η ενότητα των χριστιανών αποτελεί επιτακτική ανάγκη στη σημερινή εποχή, όπου πολλοί λαοί δοκιμάζονται από συγκρούσεις.
Από την πλευρά του, ο Πάπας Λέων ΙΔ’ αναφέρθηκε στην 1700ή επέτειο της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας, υπογραμμίζοντας ότι η επέτειος αυτή εμπνέει εκ νέου τις προσπάθειες για την «αποκατάσταση της πλήρους κοινωνίας» μεταξύ όλων των χριστιανών.
Μετά τη Δοξολογία, οι δύο προκαθήμενοι μετέβησαν στην Αίθουσα του Θρόνου, όπου υπέγραψαν Κοινή Δήλωση, προτού ακολουθήσει κατ’ ιδίαν συνάντηση στο πατριαρχικό γραφείο.
Η επίσκεψη συνοδεύτηκε από αυξημένα μέτρα ασφαλείας των τουρκικών αρχών, με αποκλεισμούς δρόμων που –σε συνδυασμό με τη βροχόπτωση– προκάλεσαν σημαντικά προβλήματα στην κυκλοφορία στην Κωνσταντινούπολη.
Η Κοινή Δήλωση
Η Κοινή Δήλωση του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου και του Πάπα Λέοντα ΙΔ' από το Φανάρι (29 Νοεμβρίου 2025) αποτελεί μία ισχυρή έκκληση για την αποκατάσταση της πλήρους ενότητας μεταξύ των δύο Εκκλησιών, βαδίζοντας στον «δρόμο του διαλόγου, εν αγάπη και αληθεία».
Οι δύο προκαθήμενοι εκφράζουν ευγνωμοσύνη για το δώρο της αδελφικής συνάντησης και υπογραμμίζουν τη σημασία της κοινής πίστης που διακηρύχθηκε στο Σύμβολο της Νίκαιας, τιμώντας παράλληλα τα 1700 χρόνια από την Α' Οικουμενική Σύνοδο. Δεσμεύονται για την κοινή εύρεση λύσης για τον ετήσιο εορτασμό του Πάσχα και αναγνωρίζουν την ιστορική άρση των αφορισμών του 1054 πριν από 60 χρόνια.
Το κείμενο της Κοινής Δήλωσης, όπως δημοσιεύτηκε από το Βατικανό
Τέλος, η Δήλωση αποτελεί μία έκκληση για ειρήνη και καταδίκη της χρήσης της θρησκείας για βία, προτρέποντας για διαθρησκειακό διάλογο και κοινή δράση για τη φροντίδα της δημιουργίας. Η ενότητα των Χριστιανών θεωρείται θεμελιώδης συμβολή στην παγκόσμια ειρήνη.
ΚΟΙΝΗ ΔΗΛΩΣΗ
«Εξομολογείσθε τῷ Κυρίῳ, ὅτι χρηστός, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ» Ψαλμός 106 (105): 1
Παραμονή της εορτής του Αποστόλου Ανδρέα του Πρωτοκλήτου, αδελφού του Αποστόλου Πέτρου και προστάτη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, εμείς, ο Πάπας Λέων ΙΔ' και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ευχαριστούμε ολόψυχα τον Θεό, τον ελεήμονα Πατέρα μας, για το δώρο αυτής της αδελφικής συνάντησης. Ακολουθώντας το παράδειγμα των σεπτών προκατόχων μας και υπακούοντας στο θέλημα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, συνεχίζουμε να περπατάμε με σταθερή αποφασιστικότητα στον δρόμο του διαλόγου, εν αγάπη και αληθεία (πρβλ. Εφ 4:15), προς την πολυπόθητη αποκατάσταση της πλήρους κοινωνίας μεταξύ των αδελφών μας Εκκλησιών. Γνωρίζοντας ότι η χριστιανική ενότητα δεν είναι απλώς αποτέλεσμα ανθρώπινων προσπαθειών, αλλά δώρο που προέρχεται «από τα άνω», καλούμε όλα τα μέλη των Εκκλησιών μας – κληρικούς, μοναχούς, αφιερωμένα πρόσωπα και λαϊκούς – να ζητήσουν ένθερμα την εκπλήρωση της προσευχής που απηύθυνε ο Ιησούς Χριστός στον Πατέρα: «ἵνα πάντες ἓν ὦσι, καθὼς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν σοί, ... ἵνα ὁ κόσμος πιστεύσῃ» (Ιω 17:21).
Η ανάμνηση της 1700ης επετείου της Α' Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας, που εορτάστηκε παραμονή της συνάντησής μας, αποτέλεσε μια εξαιρετική στιγμή χάριτος. Η Σύνοδος της Νίκαιας, που έλαβε χώρα το 325 μ.Χ., ήταν ένα προνοιακό γεγονός ενότητας. Ο σκοπός της ανάμνησης αυτού του γεγονότος, ωστόσο, δεν είναι απλώς να θυμηθούμε την ιστορική σημασία της Συνόδου, αλλά να μας ωθήσει να είμαστε διαρκώς ανοιχτοί στο ίδιο Άγιο Πνεύμα που μίλησε μέσω της Νίκαιας, καθώς παλεύουμε με τις πολλές προκλήσεις του καιρού μας. Εκφράζουμε τη βαθιά ευγνωμοσύνη μας σε όλους τους ηγέτες και τους εκπροσώπους άλλων Εκκλησιών και εκκλησιαστικών κοινοτήτων που θέλησαν να συμμετάσχουν σε αυτό το γεγονός. Εκτός από την αναγνώριση των εμποδίων που αποτρέπουν την αποκατάσταση της πλήρους κοινωνίας μεταξύ όλων των Χριστιανών – εμπόδια τα οποία επιδιώκουμε να αντιμετωπίσουμε μέσω της οδού του θεολογικού διαλόγου – οφείλουμε επίσης να αναγνωρίσουμε ότι αυτό που μας ενώνει είναι η πίστη που εκφράζεται στο Σύμβολο της Νίκαιας. Αυτή είναι η σωτήρια πίστη στο πρόσωπο του Υιού του Θεού, Θεού αληθινού εκ Θεού αληθινού, ομοούσιον τω Πατρί, ο οποίος για εμάς και τη σωτηρία μας σαρκώθηκε και κατοίκησε μεταξύ μας, σταυρώθηκε, πέθανε και ενταφιάστηκε, αναστήθηκε την τρίτη ημέρα, ανέβηκε στους ουρανούς και θα έρθει ξανά να κρίνει ζώντες και νεκρούς. Μέσω της έλευσης του Υιού του Θεού, μυούμαστε στο μυστήριο της Αγίας Τριάδας – Πατρός, Υιού και Αγίου Πνεύματος – και καλούμαστε να γίνουμε, εν και μέσω του προσώπου του Χριστού, τέκνα του Πατρός και συγκληρονόμοι με τον Χριστό διά της χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Προικισμένοι με αυτή την κοινή ομολογία, μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τις κοινές μας προκλήσεις δίνοντας μαρτυρία για την πίστη που εκφράστηκε στη Νίκαια με αμοιβαίο σεβασμό, και να εργαστούμε μαζί για συγκεκριμένες λύσεις με ειλικρινή ελπίδα.
Είμαστε πεπεισμένοι ότι η ανάμνηση αυτής της σημαντικής επετείου μπορεί να εμπνεύσει νέα και θαρραλέα βήματα στον δρόμο προς την ενότητα. Μεταξύ των αποφάσεών της, η Α' Σύνοδος της Νίκαιας καθόρισε επίσης τα κριτήρια για τον προσδιορισμό της ημερομηνίας του Πάσχα, κοινή για όλους τους Χριστιανούς. Είμαστε ευγνώμονες στην πρόνοια του Θεού που φέτος ολόκληρος ο χριστιανικός κόσμος εόρτασε το Πάσχα την ίδια ημέρα. Είναι η κοινή μας επιθυμία να συνεχίσουμε τη διαδικασία διερεύνησης μιας πιθανής λύσης για τον κοινό εορτασμό της Εορτής των Εορτών κάθε χρόνο. Ελπίζουμε και προσευχόμαστε ώστε όλοι οι Χριστιανοί, «ἐν πάσῃ σοφίᾳ καὶ συνέσει πνευματικῇ» (Κολ 1:9), να δεσμευτούν στη διαδικασία επίτευξης ενός κοινού εορτασμού της ενδόξου αναστάσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Φέτος τιμούμε επίσης την 60ή επέτειο της ιστορικής Κοινής Δήλωσης των σεπτών προκατόχων μας, του Πάπα Παύλου ΣΤ' και του Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα, η οποία ήρε τον αλληλοαφορισμό του 1054. Ευχαριστούμε τον Θεό που αυτή η προφητική χειρονομία ώθησε τις Εκκλησίες μας να επιδιώξουν «εν πνεύματι εμπιστοσύνης, εκτίμησης και αμοιβαίας αγάπης τον διάλογο που, με τη βοήθεια του Θεού, θα οδηγήσει στο να ξαναζήσουμε μαζί, προς το μεγαλύτερο αγαθό των ψυχών και την έλευση της βασιλείας του Θεού, σε εκείνη την πλήρη κοινωνία πίστεως, αδελφικής ομονοίας και μυστηριακής ζωής που υπήρχε μεταξύ τους κατά την πρώτη χιλιετία της ζωής της Εκκλησίας» (Κοινή Δήλωση Πάπα Παύλου ΣΤ' και Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα, 7 Δεκεμβρίου 1965). Ταυτόχρονα, προτρέπουμε όσους εξακολουθούν να διστάζουν απέναντι σε οποιαδήποτε μορφή διαλόγου, να ακούσουν τι λέει το Πνεύμα στις Εκκλησίες (πρβλ. Αποκ 2:29), το οποίο στις τρέχουσες ιστορικές συνθήκες μας καλεί να παρουσιάσουμε στον κόσμο μια ανανεωμένη μαρτυρία ειρήνης, συμφιλίωσης και ενότητας.
Πεπεισμένοι για τη σημασία του διαλόγου, εκφράζουμε τη συνεχή υποστήριξή μας στο έργο της Διεθνούς Μικτής Επιτροπής για τον Θεολογικό Διάλογο μεταξύ της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η οποία στην παρούσα φάση της εξετάζει ζητήματα που ιστορικά θεωρούνταν διαιρετικά. Μαζί με τον αναντικατάστατο ρόλο που διαδραματίζει ο θεολογικός διάλογος στη διαδικασία προσέγγισης μεταξύ των Εκκλησιών μας, επικροτούμε και τα άλλα απαραίτητα στοιχεία αυτής της διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων των αδελφικών επαφών, της προσευχής και της κοινής εργασίας σε όλους εκείνους τους τομείς όπου η συνεργασία είναι ήδη δυνατή. Προτρέπουμε εντόνως όλους τους πιστούς των Εκκλησιών μας, και ιδίως τον κλήρο και τους θεολόγους, να αγκαλιάσουν με χαρά τους καρπούς που έχουν επιτευχθεί μέχρι στιγμής και να εργαστούν για τη συνεχή αύξησή τους.
Ο στόχος της χριστιανικής ενότητας περιλαμβάνει τον σκοπό της θεμελιώδους και ζωογόνου συμβολής στην ειρήνη μεταξύ όλων των λαών. Μαζί υψώνουμε ένθερμα τις φωνές μας επικαλούμενοι το δώρο της ειρήνης του Θεού στον κόσμο μας. Δυστυχώς, σε πολλές περιοχές του κόσμου μας, οι συγκρούσεις και η βία συνεχίζουν να καταστρέφουν τις ζωές τόσων πολλών. Απευθύνουμε έκκληση σε όσους έχουν πολιτικές και κρατικές ευθύνες να κάνουν ό,τι είναι δυνατόν για να διασφαλιστεί ότι η τραγωδία του πολέμου θα σταματήσει αμέσως, και ζητούμε από όλους τους ανθρώπους καλής θελήσεως να υποστηρίξουν την παράκλησή μας.
Ειδικότερα, απορρίπτουμε οποιαδήποτε χρήση της θρησκείας και του ονόματος του Θεού για τη δικαιολόγηση της βίας. Πιστεύουμε ότι ο αυθεντικός διαθρησκειακός διάλογος, μακριά από το να είναι αιτία συγκρητισμού και σύγχυσης, είναι απαραίτητος για τη συνύπαρξη λαών διαφορετικών παραδόσεων και πολιτισμών. Έχοντας κατά νου την 60ή επέτειο της διακήρυξης Nostra Aetate, προτρέπουμε όλους τους άνδρες και τις γυναίκες καλής θελήσεως να συνεργαστούν για να οικοδομήσουν έναν πιο δίκαιο και υποστηρικτικό κόσμο, και να φροντίσουν για τη δημιουργία, η οποία μας έχει εμπιστευθεί από τον Θεό. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορεί η ανθρώπινη οικογένεια να υπερνικήσει την αδιαφορία, την επιθυμία για κυριαρχία, την απληστία για κέρδος και την ξενοφοβία.
Ενώ είμαστε βαθιά ανήσυχοι από την τρέχουσα διεθνή κατάσταση, δεν χάνουμε την ελπίδα. Ο Θεός δεν θα εγκαταλείψει την ανθρωπότητα. Ο Πατέρας έστειλε τον Μονογενή Υιό Του για να μας σώσει, και ο Υιός του Θεού, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, μας χάρισε το Άγιο Πνεύμα, για να μας κάνει κοινωνούς της θείας ζωής Του, διατηρώντας και προστατεύοντας την ιερότητα του ανθρώπινου προσώπου. Με το Άγιο Πνεύμα γνωρίζουμε και βιώνουμε ότι ο Θεός είναι μαζί μας. Για τον λόγο αυτό, στην προσευχή μας εμπιστευόμαστε στον Θεό κάθε ανθρώπινη ύπαρξη, ειδικά όσους έχουν ανάγκη, όσους βιώνουν πείνα, μοναξιά ή ασθένεια. Επικαλούμαστε σε κάθε μέλος της ανθρώπινης οικογένειας κάθε χάρη και ευλογία, ώστε «παραμυθηθῶσιν αἱ καρδίαι αὐτῶν, συμβιβασθέντων ἐν ἀγάπῃ καὶ εἰς πάντα πλοῦτον τῆς πληροφορίας τῆς συνέσεως, εἰς ἐπίγνωσιν τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεοῦ, [καὶ Πατρὸς καὶ] τοῦ Χριστοῦ» (Κολ 2:2).
Εν Φαναρίω, 29 Νοεμβρίου 2025